Σκίζω στα λετονικά
Μετάφραση: σκίζω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
asara, ārdīt, atirt, kraķis, skaldīt, plēst
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκίζω
σκίζω τα ρούχα μου, σκίζω ή σκίζω, σκίζω τη γάτα, σκίζω slang, σκίζω ρίζω το λεμόνι, σκίζω λεξικό γλώσσας λετονικά, σκίζω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- σκέψη στα λετονικά - priekšstats, viedoklis, uzskats, domas, doma, domāšana, domāt, ...
- σκήπτρο στα λετονικά - scepteris, zizlis, sceptre
- σκίουρος στα λετονικά - vāvere, vāveres, vāveru, Squirrel
- σκίτσο στα λετονικά - uzmetums, skice, skiču, skici, skices
Τυχαίες λέξεις
Σκίζω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: asara, ārdīt, atirt, kraķis, skaldīt, plēst
Μεταφράσεις: asara, ārdīt, atirt, kraķis, skaldīt, plēst