Γδύνω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γδύνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
unrobe
Γδύνω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γδύνω

γδύνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γδύνω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γδούπος στα λευκορωσικά - глухі, глухой, глухім, глухая, глухога
  • γδύνομαι στα λευκορωσικά - распранацца, раздзявацца, павольна распранацца
  • γείτονας στα λευκορωσικά - сусед, сосед
  • γεγονός στα λευκορωσικά - факт
Τυχαίες λέξεις
Γδύνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: unrobe