Γδύνω στα σουηδικά

Μετάφραση: γδύνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blotta, unrobe
Γδύνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γδύνω

γδύνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, γδύνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • γδούπος στα σουηδικά - stöt, duns, thud, dunsen, smäll, dun
  • γδύνομαι στα σουηδικά - blotta, klä av, klä, undress, klä av sig, klädde av sig
  • γείτονας στα σουηδικά - granne, nästa, grannen, grann, grannens
  • γεγονός στα σουηδικά - tilldragelse, faktum, evenemang, händelse, själva verket, faktiskt, att, ...
Τυχαίες λέξεις
Γδύνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: blotta, unrobe