Παρείσακτος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παρείσακτος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
парушальнік, парушальнікам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρείσακτος
παρείσακτος ετυμολογία, παρείσακτος συνώνυμα, παρείσακτος αγγλικα, παρείσακτος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παρείσακτος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παραχωρώ στα λευκορωσικά - прадастаўляць, падаваць, даваць, прадстаўляць
- παραχώρηση στα λευκορωσικά - саступка, ўступка, уступка
- παρεκκλήσι στα λευκορωσικά - капліца, каплічка
- παρεκκλίνω στα λευκορωσικά - запасны, рэзервовы
Τυχαίες λέξεις
Παρείσακτος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: парушальнік, парушальнікам
Μεταφράσεις: парушальнік, парушальнікам