Παρείσακτος στα ρουμανικά
Μετάφραση: παρείσακτος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
intrus, intrușilor, a intrușilor, intrus la, intrusul
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρείσακτος
παρείσακτος ετυμολογία, παρείσακτος συνώνυμα, παρείσακτος αγγλικα, παρείσακτος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, παρείσακτος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- παραχωρώ στα ρουμανικά - acorda, acorde, acordarea, acordă, acordare
- παραχώρηση στα ρουμανικά - concesiune, de concesiune, concesionare, concesie, concesiuni
- παρεκκλήσι στα ρουμανικά - capelă, Chapel, capela, paraclis, capele
- παρεκκλίνω στα ρουμανικά - linie secundară, linie de garare, linie laterală, gară
Τυχαίες λέξεις
Παρείσακτος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: intrus, intrușilor, a intrușilor, intrus la, intrusul
Μεταφράσεις: intrus, intrușilor, a intrușilor, intrus la, intrusul