Παρείσακτος στα φινλανδικά

Μετάφραση: παρείσακτος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tunkeutuja, tunkeilija, intruder, tunkeutujan, tunkeutuminen
Παρείσακτος στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρείσακτος

παρείσακτος ετυμολογία, παρείσακτος συνώνυμα, παρείσακτος αγγλικα, παρείσακτος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, παρείσακτος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • παραχωρώ στα φινλανδικά - suoda, myöntää, antaa, jakaa, lahjoittaa, myönnettävä, myöntämään, ...
  • παραχώρηση στα φινλανδικά - myönnytys, toimilupa, myyntilupa, toimiluvan, käyttöoikeussopimuksen, myönnytystä
  • παρεκκλήσι στα φινλανδικά - pyhättö, pyhäkkö, kappeli, kappelin, kappelissa, kappeliin, chapel
  • παρεκκλίνω στα φινλανδικά - poiketa, torjua, kääntyä, sivuraide, sivuraiteelle, johtaa pois asiasta, vaihtaa sivuraiteelle
Τυχαίες λέξεις
Παρείσακτος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tunkeutuja, tunkeilija, intruder, tunkeutujan, tunkeutuminen