Παρείσακτος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: παρείσακτος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
натрапникот, натрапник, натрапници, натрапникот се
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρείσακτος
παρείσακτος ετυμολογία, παρείσακτος συνώνυμα, παρείσακτος αγγλικα, παρείσακτος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, παρείσακτος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- παραχωρώ στα σλαβομακεδονικά - доделување, грант, доделување на, даде, додели
- παραχώρηση στα σλαβομακεδονικά - концесија, концесијата, за концесија, концесискиот, на концесија
- παρεκκλήσι στα σλαβομακεδονικά - капелата, капела, параклис, параклисот
- παρεκκλίνω στα σλαβομακεδονικά - sidetrack
Τυχαίες λέξεις
Παρείσακτος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: натрапникот, натрапник, натрапници, натрапникот се
Μεταφράσεις: натрапникот, натрапник, натрапници, натрапникот се