Προικοδότηση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: προικοδότηση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фонд
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προικοδότηση
προικοδότηση ε1, προικοδότηση αεροποριας, προικοδότηση αστυνομικων 2014, προικοδότηση αστυνομικων 2013, προικοδότηση πολεμικου ναυτικου, προικοδότηση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, προικοδότηση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- προικίζω στα λευκορωσικά - пасаг, прыданае, пасагу, пасаг яго
- προικισμένος στα λευκορωσικά - адораны, таленавіты, адоранае, надзелены
- προκαλώ στα λευκορωσικά - штурхаць, вёска, прынасiць, рабiць, выклік, выклік Ці, вызаў
- προκατάληψη στα λευκορωσικά - зрушэнне
Τυχαίες λέξεις
Προικοδότηση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: фонд
Μεταφράσεις: фонд