Σοκ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шок
Σοκ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκ

σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σοκ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σοβατζής στα λευκορωσικά - тынкоўшчык, штукатур
  • σοδειά στα λευκορωσικά - адбыцца, жнива, ўраджай, ураджай
  • σοκάκι στα λευκορωσικά - завулак, переулок
  • σοκολάτα στα λευκορωσικά - шакалад, шоколад
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шок