Σοκ στα λιθουανικά

Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šokas, šoko, šoką, smūgiams, smūgis
Σοκ στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκ

σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σοκ στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σοβατζής στα λιθουανικά - tinkuotojas, plasterer, Apmetējs, Gipsiarz, Tynkarz
  • σοδειά στα λιθουανικά - derlius, pasėliai, pasėlių, derliaus, augalininkystės
  • σοκάκι στα λιθουανικά - skersgatvis, gatvelė, Backstreet, gatvelėje, maža gatvelė
  • σοκολάτα στα λιθουανικά - šokoladas, šokolado, Chocolate, Šokoladinis, šokoladą
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šokas, šoko, šoką, smūgiams, smūgis