Σοκ στα πολωνικά

Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
cios, zgorszyć, porażenie, szok, gorszyć, bróg, szokować, wstrząśnienie, zaszokować, wstrząs, zszokować, bulwersować, wstrząsy, szokiem, na wstrząsy
Σοκ στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκ

σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας πολωνικά, σοκ στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σοβατζής στα πολωνικά - ekspedient, tynkarz, gipsiarz, sztukator, plasterer, tynkarza, tynkarzy
  • σοδειά στα πολωνικά - podgardlica, plon, produkcja, dostarczać, zboże, uprawa, urodzaj, ...
  • σοκάκι στα πολωνικά - aleja, alejka, zaułek, uliczka, przejście, ulica, cicha uliczka, ...
  • σοκολάτα στα πολωνικά - czekoladka, ewentualność, czekolada, czekoladowy, czekolady, czekoladowe, chocolate
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: cios, zgorszyć, porażenie, szok, gorszyć, bróg, szokować, wstrząśnienie, zaszokować, wstrząs, zszokować, bulwersować, wstrząsy, szokiem, na wstrząsy