Σοκ στα τούρκικα
Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şok, şoku, darbe, çarpması, shock
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σοκ
σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας τούρκικα, σοκ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σοβατζής στα τούρκικα - sıvacı, plasterer
- σοδειά στα τούρκικα - hasat, ürün, kazanç, ekin, mahsul, kırpma, bitkisel
- σοκάκι στα τούρκικα - backstreet, arka sokak
- σοκολάτα στα τούρκικα - çikolata, çikolatalı, chocolate
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şok, şoku, darbe, çarpması, shock
Μεταφράσεις: şok, şoku, darbe, çarpması, shock