Σοκ στα ουγγρικά

Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gabonakereszt, ütközés, sokk, sokkot, shock, áramütés, ütés
Σοκ στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκ

σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σοκ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σοβατζής στα ουγγρικά - kőműves, vakoló, plasterer
  • σοδειά στα ουγγρικά - fémkinyerés, nyúlás, betakarítás, ostornyél, terméseredmény, meggörbülés, hozam, ...
  • σοκάκι στα ουγγρικά - tekepálya, Backstreet, a Backstreet
  • σοκολάτα στα ουγγρικά - csokoládé, csokoládét, csokoládéval, csoki, csokoládés
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gabonakereszt, ütközés, sokk, sokkot, shock, áramütés, ütés