Σοκ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
шок, шокот, удар
Σοκ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκ

σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σοκ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • σοβατζής στα σλαβομακεδονικά - молерот
  • σοδειά στα σλαβομακεδονικά - жетвата, култура, посевите, културите, културата, култури
  • σοκάκι στα σλαβομακεδονικά - Бекстрит, Backstreet
  • σοκολάτα στα σλαβομακεδονικά - чоколадо, чоколада, чоколадата, чоколадото, чоколадна
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: шок, шокот, удар