Τονίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: τονίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стрэс
Τονίζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τονίζω

τονίζω συνώνυμα, τονίζω in english, τονίζω τις λέξεις, τονίζω translation, τονίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τονίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • τομή στα λευκορωσικά - раздзел, профіль, падзел, частка, частку
  • τον στα λευκορωσικά - яго
  • τονωτικός στα λευκορωσικά - тонік
  • τοξικός στα λευκορωσικά - таксічны, таксічнае
Τυχαίες λέξεις
Τονίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стрэс