Τονίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: τονίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тиснення, підсвічення, висвітлити, тиск, натиск, акцентувати, збільшувати, підкреслити, виділення, акцентуйте, освітлювати, напруження, стрес, стресс
Τονίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τονίζω

τονίζω συνώνυμα, τονίζω in english, τονίζω τις λέξεις, τονίζω translation, τονίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τονίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τομή στα ουκρανικά - параграф, підрозділяти, відділ, сегмент, перетин, розділ, розділу, ...
  • τον στα ουκρανικά - його
  • τονωτικός στα ουκρανικά - кріплення, тонік, тоник
  • τοξικός στα ουκρανικά - токсичний
Τυχαίες λέξεις
Τονίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тиснення, підсвічення, висвітлити, тиск, натиск, акцентувати, збільшувати, підкреслити, виділення, акцентуйте, освітлювати, напруження, стрес, стресс