Τονίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: τονίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
stres, gerilme, stresi, stresin, gerilmesi
Τονίζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τονίζω

τονίζω συνώνυμα, τονίζω in english, τονίζω τις λέξεις, τονίζω translation, τονίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, τονίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • τομή στα τούρκικα - parça, şube, kısım, fasıl, bölüm, bölge, bolum, ...
  • τον στα τούρκικα - ona
  • τονωτικός στα τούρκικα - tonik, tonikleri, tonic, toniği, bir tonik
  • τοξικός στα τούρκικα - toksik, zehirli, toksiktir, zehirlidir
Τυχαίες λέξεις
Τονίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: stres, gerilme, stresi, stresin, gerilmesi