Αδιάκοπος στα λιθουανικά

Μετάφραση: αδιάκοπος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nepaliaujamas, nuolatinis, nenutrūkstamas, nepaliaujamą, Juk nesibaigianti
Αδιάκοπος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάκοπος

αδιάκοπος συνώνυμα, αδιάκοπος συνώνυμο, αδιάκοπος στα αγγλικά, αδιάκοπος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αδιάκοπος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αδιάβροχος στα λιθουανικά - lietpaltis, neperšlampamas, vandeniui, atsparus vandeniui, atspari vandeniui, vandeniui atspari
  • αδιάθετος στα λιθουανικά - nesveikas, blogai, savijauta, negalavimas
  • αδιάκριτος στα λιθουανικά - SNOOPER
  • αδιάλλακτος στα λιθουανικά - tvirtas, kietas, užsispyręs, nesitaikstantis, Bezkompromisowy, Nieprzejednany, nelanksti
Τυχαίες λέξεις
Αδιάκοπος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nepaliaujamas, nuolatinis, nenutrūkstamas, nepaliaujamą, Juk nesibaigianti