Αδιάκοπος στα τούρκικα

Μετάφραση: αδιάκοπος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aralıksız, sürekli, devamlı, durmayan, durmadan
Αδιάκοπος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάκοπος

αδιάκοπος συνώνυμα, αδιάκοπος συνώνυμο, αδιάκοπος στα αγγλικά, αδιάκοπος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αδιάκοπος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αδιάβροχος στα τούρκικα - yağmurluk, su geçirmez, geçirmez, su geçirmez bir, sugeçirmez
  • αδιάθετος στα τούρκικα - hasta, kendinizi iyi, rahatsız, kendini iyi, keyifsiz
  • αδιάκριτος στα τούρκικα - meraklı, snooper, Snooper için
  • αδιάλλακτος στα τούρκικα - bükülmez, eğilmez, uzlaşmaz, uzlaşmaz bir, inatçı, intransigent, da uzlaşmaz
Τυχαίες λέξεις
Αδιάκοπος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: aralıksız, sürekli, devamlı, durmayan, durmadan