Αρνησικυρία στα λιθουανικά
Μετάφραση: αρνησικυρία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
veto, vetuoti, veto teisė, veto teisę, suteikiama veto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρνησικυρία
αρνησικυρία ορισμός, αρνησικυρία συνωνυμο, λαϊκή αρνησικυρία, αρνησικυρία τι είναι, αναβλητική αρνησικυρία, αρνησικυρία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αρνησικυρία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αρμόζων στα λιθουανικά - pritaikymas, tinkamas, montavimo, įrengimo, montuoti
- αρνί στα λιθουανικά - avinėlis, ėriukas, ėriena, ėriukų, ėrienos, aviena
- αρνητικά στα λιθουανικά - neigiamas, neigiama, neigiami, neigiamą, neigiamai
- αρουραίος στα λιθουανικά - žiurkė, žiurkės, žiurkių, rat, žiurkėms
Τυχαίες λέξεις
Αρνησικυρία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: veto, vetuoti, veto teisė, veto teisę, suteikiama veto
Μεταφράσεις: veto, vetuoti, veto teisė, veto teisę, suteikiama veto