Αρνησικυρία στα φινλανδικά
Μετάφραση: αρνησικυρία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kieltää, veto-oikeus, evätä, veto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρνησικυρία
αρνησικυρία ορισμός, αρνησικυρία συνωνυμο, λαϊκή αρνησικυρία, αρνησικυρία τι είναι, αναβλητική αρνησικυρία, αρνησικυρία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αρνησικυρία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αρμόζων στα φινλανδικά - asennus, sopiva, asentamisesta, asentaminen, asennusta
- αρνί στα φινλανδικά - karitsa, lampaanliha, lammas, karitsan, lammasta, lampaan
- αρνητικά στα φινλανδικά - negatiivinen, kielteisiä, negatiivisia, kielteinen, negatiivisen
- αρουραίος στα φινλανδικά - rikkuri, rotta, vasikoida, vasikka, kannella, rotan, rat, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρνησικυρία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kieltää, veto-oikeus, evätä, veto
Μεταφράσεις: kieltää, veto-oikeus, evätä, veto