Γεφυρώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: γεφυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tiltas, Bridge, tilto, tiltų, tiltu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεφυρώνω
γεφυρώνω συνώνυμα, γεφυρώνω συνώνυμο, γεφυρώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γεφυρώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γευματίζω στα λιθουανικά - papietauti, pietauti, pavalgyti, valgyti, vakarieniauti
- γευστικός στα λιθουανικά - skanus, skanu, skanūs, skaniai
- γεωγράφος στα λιθουανικά - geografas, geografo, Geograf, Ģeogrāfs
- γεωγραφία στα λιθουανικά - geografija, geografijos, geografiją, geography, geografinė
Τυχαίες λέξεις
Γεφυρώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tiltas, Bridge, tilto, tiltų, tiltu
Μεταφράσεις: tiltas, Bridge, tilto, tiltų, tiltu