Γεφυρώνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: γεφυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
commandobrug, brug, bridge, brug van, de Brug, de Brug van
Γεφυρώνω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεφυρώνω

γεφυρώνω συνώνυμα, γεφυρώνω συνώνυμο, γεφυρώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γεφυρώνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γευματίζω στα ολλανδικά - dineren, te dineren, eten, dineer, dineert
  • γευστικός στα ολλανδικά - smakelijk, lekker, fijn, smakelijke, lekkere, heerlijke
  • γεωγράφος στα ολλανδικά - aardrijkskundige, geograaf, geographer
  • γεωγραφία στα ολλανδικά - geografie, aardrijkskunde, Geography, geografische, de geografie
Τυχαίες λέξεις
Γεφυρώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: commandobrug, brug, bridge, brug van, de Brug, de Brug van