Γεφυρώνω στα ιταλικά
Μετάφραση: γεφυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ponte, ponticello, ponte di, bridge, ponti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεφυρώνω
γεφυρώνω συνώνυμα, γεφυρώνω συνώνυμο, γεφυρώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, γεφυρώνω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γευματίζω στα ιταλικά - cenare, mangiare, pranzare, cena, gustare
- γευστικός στα ιταλικά - gustoso, gustosa, saporito, gustosi, saporita
- γεωγράφος στα ιταλικά - geografo, il geografo, geografa, geographer
- γεωγραφία στα ιταλικά - geografia, la geografia, geografica, geografico, di geografia
Τυχαίες λέξεις
Γεφυρώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ponte, ponticello, ponte di, bridge, ponti
Μεταφράσεις: ponte, ponticello, ponte di, bridge, ponti