Γεφυρώνω στα ρωσικά
Μετάφραση: γεφυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пол, перекрывать, переносица, мостик, перемычка, бридж, мост, моста, мостом, мостов
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεφυρώνω
γεφυρώνω συνώνυμα, γεφυρώνω συνώνυμο, γεφυρώνω λεξικό γλώσσας ρωσικά, γεφυρώνω στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- γευματίζω στα ρωσικά - пообедать, питаться, обедать, отобедать, поужинать, ужинать, обед
- γευστικός στα ρωσικά - приятный, изящный, вкусный, вкусно, вкусные, вкусная, вкусное
- γεωγράφος στα ρωσικά - географ, географа, географом
- γεωγραφία στα ρωσικά - география, географии, географию, географией
Τυχαίες λέξεις
Γεφυρώνω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: пол, перекрывать, переносица, мостик, перемычка, бридж, мост, моста, мостом, мостов
Μεταφράσεις: пол, перекрывать, переносица, мостик, перемычка, бридж, мост, моста, мостом, мостов