Γεφυρώνω στα σουηδικά

Μετάφραση: γεφυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bro, bron, bryggan, brygga
Γεφυρώνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεφυρώνω

γεφυρώνω συνώνυμα, γεφυρώνω συνώνυμο, γεφυρώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, γεφυρώνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • γευματίζω στα σουηδικά - äta, dine, äta middag, ät, äter
  • γευστικός στα σουηδικά - välsmakande, smaklig, läckra, god, smakrik
  • γεωγράφος στα σουηδικά - geograf, Naturgeograf, geographer, geografen, geografer
  • γεωγραφία στα σουηδικά - geografi, geografiska, geografin, geografiskt
Τυχαίες λέξεις
Γεφυρώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bro, bron, bryggan, brygga