Γεφυρώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γεφυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мост, моста, мостове, бридж
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεφυρώνω
γεφυρώνω συνώνυμα, γεφυρώνω συνώνυμο, γεφυρώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γεφυρώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γευματίζω στα βουλγαρικά - обядвам, се храните, хапнете, обядва, вечеряте
- γευστικός στα βουλγαρικά - вкусно, вкусна, вкусни, вкусен, вкусната
- γεωγράφος στα βουλγαρικά - географ, Географът
- γεωγραφία στα βουλγαρικά - география, географията, географски, географска, географското
Τυχαίες λέξεις
Γεφυρώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мост, моста, мостове, бридж
Μεταφράσεις: мост, моста, мостове, бридж