Εκλιπαρώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκλιπαρώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
geisti, trokšta, trokšti, trokštame, Pożądać
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλιπαρώ
εκλιπαρώ λεξικό, εκλιπαρώ στα αγγλικα, εκλιπαρώ συνωνυμο, εκλιπαρώ συνώνυμα, εκλιπαρώ βικιλεξικο, εκλιπαρώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκλιπαρώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκλεκτός στα λιθουανικά - pasirinko, pasirinkta, pasirinktas, pasirinkote, pasirinktos
- εκλεπτυσμένος στα λιθουανικά - puošnus, elegantiškas, sudėtingas, rafinuotas, sudėtinga, sudėtingesnės, sudėtingų
- εκλογές στα λιθουανικά - rinkimai, rinkimų, rinkimus, rinkimuose
- εκλογικός στα λιθουανικά - rinkimai, rinkimų, rinkimus, išrinkimas, išrinkimą
Τυχαίες λέξεις
Εκλιπαρώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: geisti, trokšta, trokšti, trokštame, Pożądać
Μεταφράσεις: geisti, trokšta, trokšti, trokštame, Pożądać