Εκλιπαρώ στα νορβηγικά
Μετάφραση: εκλιπαρώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bønnfalle, begjærer, ønsker, krever, kreve, digger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλιπαρώ
εκλιπαρώ λεξικό, εκλιπαρώ στα αγγλικα, εκλιπαρώ συνωνυμο, εκλιπαρώ συνώνυμα, εκλιπαρώ βικιλεξικο, εκλιπαρώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εκλιπαρώ στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εκλεκτός στα νορβηγικά - utvalg, utsøkt, valgt, utvalgt, valgte, velges, velger
- εκλεπτυσμένος στα νορβηγικά - fin, elegant, sofistikert, sofistikerte, avansert, avanserte, presisjon
- εκλογές στα νορβηγικά - valg, valget, valgene
- εκλογικός στα νορβηγικά - valget, valg
Τυχαίες λέξεις
Εκλιπαρώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: bønnfalle, begjærer, ønsker, krever, kreve, digger
Μεταφράσεις: bønnfalle, begjærer, ønsker, krever, kreve, digger