Εκλιπαρώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: εκλιπαρώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sóvárog, vágynak, vágyik, vágynak a, vágyom
Εκλιπαρώ στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλιπαρώ

εκλιπαρώ λεξικό, εκλιπαρώ στα αγγλικα, εκλιπαρώ συνωνυμο, εκλιπαρώ συνώνυμα, εκλιπαρώ βικιλεξικο, εκλιπαρώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εκλιπαρώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εκλεκτός στα ουγγρικά - választott, kiválasztott, választotta, által kiválasztott, választották
  • εκλεπτυσμένος στα ουγγρικά - hajszálnyi, finomított, kifinomult, bonyolult, kifinomultabb, fejlett, igényes
  • εκλογές στα ουγγρικά - választások, választásokon, választásokat, választásokra, választás
  • εκλογικός στα ουγγρικά - választói, választási, választás, választások, választásokat, választásokon
Τυχαίες λέξεις
Εκλιπαρώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sóvárog, vágynak, vágyik, vágynak a, vágyom