Πριμοδότηση στα λιθουανικά

Μετάφραση: πριμοδότηση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
premija, priemoka, priemokos, aukščiausios kokybės, priemoką
Πριμοδότηση στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πριμοδότηση

πριμοδότηση αθλητών, πριμοδότηση πρώτου κόμματος, πριμοδότηση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πριμοδότηση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πρηνής στα λιθουανικά - Płożący, Guļošs, Išdalytas
  • πριμ στα λιθουανικά - premijas, premijos, priemokos, premijų, priemokas
  • πριν στα λιθουανικά - anksčiau, prieš, atgal, ago
  • πριονίζω στα λιθουανικά - pjūklas, patarlė, išgėrimas, jag, pjaustyti, atplaiša, iškarpyti
Τυχαίες λέξεις
Πριμοδότηση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: premija, priemoka, priemokos, aukščiausios kokybės, priemoką