Πριμοδότηση στα γερμανικά

Μετάφραση: πριμοδότηση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
freigebigkeit, fangprämie, freigiebigkeit, prämie, kopfgeld, Prämie, Premium, Prämien
Πριμοδότηση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πριμοδότηση

πριμοδότηση αθλητών, πριμοδότηση πρώτου κόμματος, πριμοδότηση λεξικό γλώσσας γερμανικά, πριμοδότηση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • πρηνής στα γερμανικά - anfällig, liegend, procumbent, liegenden, liegenden Holz, niederliegenden
  • πριμ στα γερμανικά - gratifikation, anregung, prämie, Boni, Prämien, Bonusse, Bonus
  • πριν στα γερμανικά - vorauf, ehe, vor, vorher, voran, bevor, her, ...
  • πριονίζω στα γερμανικά - sägen, sprichwort, säge, sah, gesehen, zacke, Zacken, ...
Τυχαίες λέξεις
Πριμοδότηση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: freigebigkeit, fangprämie, freigiebigkeit, prämie, kopfgeld, Prämie, Premium, Prämien