Πριμοδότηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πριμοδότηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prémios, prêmio, prémio, premium, prémio de, superior
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πριμοδότηση
πριμοδότηση αθλητών, πριμοδότηση πρώτου κόμματος, πριμοδότηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πριμοδότηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πρηνής στα πορτογαλικά - procumbente, procumbent, procumbentes, deitado de bruços, prostrado
- πριμ στα πορτογαλικά - bônus, gratificações, bónus, bonificações, bônus de
- πριν στα πορτογαλικά - antes, atrás, há, ago, h
- πριονίζω στα πορτογαλικά - provérbio, serrote, serrar, entalhe, Jag, Jaguar, do entalhe, ...
Τυχαίες λέξεις
Πριμοδότηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: prémios, prêmio, prémio, premium, prémio de, superior
Μεταφράσεις: prémios, prêmio, prémio, premium, prémio de, superior