Υπάλληλος στα λιθουανικά
Μετάφραση: υπάλληλος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
darbuotojas, darbuotojų, darbuotojo, darbuotojui, darbuotojams
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάλληλος
υπάλληλος βιβλιοπωλείου, υπάλληλος γραφείου, υπάλληλος δήμου θήρας, υπάλληλος logistics, υπάλληλος τουριστικού γραφείου, υπάλληλος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υπάλληλος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- υπάγω στα λιθουανικά - kategorija, klasė, eiti, pereiti, eikite, go, nukeliauti
- υπάκουος στα λιθουανικά - paklusnus, paklusnūs, paklūsta, klusnus, pakluso
- υπάρχοντα στα λιθουανικά - turtas, nuosavybė, manta, daiktai, daiktų, daiktus
- υπάρχω στα λιθουανικά - egzistuoti, būti, egzistuoja, yra, nėra
Τυχαίες λέξεις
Υπάλληλος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: darbuotojas, darbuotojų, darbuotojo, darbuotojui, darbuotojams
Μεταφράσεις: darbuotojas, darbuotojų, darbuotojo, darbuotojui, darbuotojams