Υπάλληλος στα φινλανδικά
Μετάφραση: υπάλληλος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
liikeapulainen, kirjanpitäjä, virkailija, kirjuri, työntekijä, työntekijän, työntekijöiden, henkilöstön, työntekijälle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπάλληλος
υπάλληλος βιβλιοπωλείου, υπάλληλος γραφείου, υπάλληλος δήμου θήρας, υπάλληλος logistics, υπάλληλος τουριστικού γραφείου, υπάλληλος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, υπάλληλος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- υπάγω στα φινλανδικά - laji, kategoria, sääty, luokka, oppitunti, laatu, kurssi, ...
- υπάκουος στα φινλανδικά - nöyrä, tottelevainen, kuuliainen, kuuliaisia, kuuliaiset, tottelevaisia
- υπάρχοντα στα φινλανδικά - omaisuus, tavarat, omaisuutensa, tavaransa, omaisuuttasi
- υπάρχω στα φινλανδικά - olla olemassa, ilmetä, olla, selviytyä, selvitä, elää, ole, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπάλληλος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: liikeapulainen, kirjanpitäjä, virkailija, kirjuri, työntekijä, työntekijän, työntekijöiden, henkilöstön, työntekijälle
Μεταφράσεις: liikeapulainen, kirjanpitäjä, virkailija, kirjuri, työntekijä, työntekijän, työntekijöiden, henkilöstön, työntekijälle