Ένορκος στα νορβηγικά

Μετάφραση: ένορκος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
jurymedlem, juror, av jurymedlemmene, jurymedlemmene
Ένορκος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένορκος

ένορκος δήλωση, η ένορκος, ένορκος σε δικαστήριο, τακτικός ένορκος, ο ένορκος, ένορκος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ένορκος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • έννοια στα νορβηγικά - mening, plage, betydning, bekymring, engstelse, som betyr, betyr, ...
  • ένοικος στα νορβηγικά - leieboer, leietaker, leieren, leiet, leier, leietakeren
  • ένοχος στα νορβηγικά - lovovertreder, skyldig, skyldige, seg skyldig, skyld, dårlig samvittighet
  • ένσταση στα νορβηγικά - innvending, innvendingen, innvendinger, innsigelse, objection
Τυχαίες λέξεις
Ένορκος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: jurymedlem, juror, av jurymedlemmene, jurymedlemmene