Ένορκος στα σουηδικά

Μετάφραση: ένορκος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
juror, jurymedlem, nämndeman, jurymedlemmen, juryman
Ένορκος στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένορκος

ένορκος δήλωση, η ένορκος, ένορκος σε δικαστήριο, τακτικός ένορκος, ο ένορκος, ένορκος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ένορκος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • έννοια στα σουηδικά - mening, sorg, begrepp, oro, betydelse, grämelse, betyder, ...
  • ένοικος στα σουηδικά - hyresgäst, arrendator, hyresgästen, hyresgästens, arrendatorn
  • ένοχος στα σουηδικά - skyldig, skyldiga, sig skyldig, guilty, gjort sig skyldig
  • ένσταση στα σουηδικά - invändning, invändningar, invändningen, invända, anmärkning
Τυχαίες λέξεις
Ένορκος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: juror, jurymedlem, nämndeman, jurymedlemmen, juryman