Ένορκος στα τούρκικα
Μετάφραση: ένορκος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
jüri üyesi, jüri, juror, jüri üyesiysem, jüri üyelerinden
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένορκος
ένορκος δήλωση, η ένορκος, ένορκος σε δικαστήριο, τακτικός ένορκος, ο ένορκος, ένορκος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ένορκος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- έννοια στα τούρκικα - endişe, kaygı, üzüntü, anlam, tasa, anlamı, anlamına, ...
- ένοικος στα τούρκικα - kiracı, kiracının, kiracısı, bir kiracı, tenant
- ένοχος στα τούρκικα - suçlu, suçluluk, suçsuz, suçu, suçunu
- ένσταση στα τούρκικα - itiraz, itirazı, itirazın, bir itiraz
Τυχαίες λέξεις
Ένορκος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: jüri üyesi, jüri, juror, jüri üyesiysem, jüri üyelerinden
Μεταφράσεις: jüri üyesi, jüri, juror, jüri üyesiysem, jüri üyelerinden