Αψηφώ στα νορβηγικά

Μετάφραση: αψηφώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utfordre, snub, irettesette, crawl humble oneself, tilbakelagt snute, mayasivilisasjonens viktigste steder
Αψηφώ στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αψηφώ

αψηφώ στα γαλλικα, αψηφώ ετυμολογία, αψηφώ english, αψηφώ συνωνυμο, αψηφώ λεξικο, αψηφώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αψηφώ στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αψίδωση στα νορβηγικά - buegang, apsidosi
  • αψίκορος στα νορβηγικά - kresen, apsikoros
  • αψιμαχία στα νορβηγικά - trefning, småslåss, trefningen, skirmish
  • αϋπνία στα νορβηγικά - søvnløshet, insomnia, insomni, av søvnløshet
Τυχαίες λέξεις
Αψηφώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: utfordre, snub, irettesette, crawl humble oneself, tilbakelagt snute, mayasivilisasjonens viktigste steder