Αψηφώ στα τούρκικα
Μετάφραση: αψηφώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
haddini bildirmek, snub, terslemek, kötü davranma, hakaret
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αψηφώ
αψηφώ στα γαλλικα, αψηφώ ετυμολογία, αψηφώ english, αψηφώ συνωνυμο, αψηφώ λεξικο, αψηφώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, αψηφώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αψίδωση στα τούρκικα - apsidosi
- αψίκορος στα τούρκικα - titiz, apsikoros
- αψιμαχία στα τούρκικα - çarpışmak, çatışma, skirmish, çarpışma, çatışmada, çatışmanın
- αϋπνία στα τούρκικα - uykusuzluk, insomnia, insomni
Τυχαίες λέξεις
Αψηφώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: haddini bildirmek, snub, terslemek, kötü davranma, hakaret
Μεταφράσεις: haddini bildirmek, snub, terslemek, kötü davranma, hakaret