Κείμαι στα νορβηγικά
Μετάφραση: κείμαι, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
løgn, usannhet, lyve, ligge, keimai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κείμαι
κείμαι ετυμολογια, κείμαι κλίση, κείμαι αρχικοί χρόνοι, κείμαι λεξικό γλώσσας νορβηγικά, κείμαι στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- καύσιμο στα νορβηγικά - brennstoff, brensel, drivstoff, brennbar, brennbart, brenn, brennbare, ...
- καύσιμος στα νορβηγικά - brennbar, brennbart, brenn, brennbare, lettantennelig
- κείμενο στα νορβηγικά - passasje, korridor, gang, tekst, teksten
- κειμήλιο στα νορβηγικά - juvel, juvelen, perle, smykke, jewel
Τυχαίες λέξεις
Κείμαι στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: løgn, usannhet, lyve, ligge, keimai
Μεταφράσεις: løgn, usannhet, lyve, ligge, keimai