Δοκιμαστικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: δοκιμαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
próba, tárgyalás, vizsgálat, vizsgálatban, tárgyaláson
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκιμαστικός
δοκιμαστικός σωλήνας μπομπονιέρα, δοκιμαστικός συνώνυμα, λυσίασ δοκιμαστικόσ, δοκιμαστικός σωλήνας αγορά, δοκιμαστικός σκελετός, δοκιμαστικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δοκιμαστικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δοκιμάζω στα ουγγρικά - kóstoló, vizsgálás, vizsgálat, megpróbál, próbálja, próbálja meg, próbáld
- δοκιμασία στα ουγγρικά - próba, tárgyalás, vizsgálat, vizsgálatban, tárgyaláson
- δοκός στα ουγγρικά - zuboly, gerenda, zugoly, állópofa, fénykéve, mérlegrúd, mérlegkar, ...
- δολάριο στα ουγγρικά - dollár, dolláros, dollárral, dollárhoz, dollárban
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμαστικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: próba, tárgyalás, vizsgálat, vizsgálatban, tárgyaláson
Μεταφράσεις: próba, tárgyalás, vizsgálat, vizsgálatban, tárgyaláson