Δοκιμαστικός στα τούρκικα
Μετάφραση: δοκιμαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
deneme, test, çalışma, test et, deneme aboneliği
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκιμαστικός
δοκιμαστικός σωλήνας μπομπονιέρα, δοκιμαστικός συνώνυμα, λυσίασ δοκιμαστικόσ, δοκιμαστικός σωλήνας αγορά, δοκιμαστικός σκελετός, δοκιμαστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, δοκιμαστικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δοκιμάζω στα τούρκικα - çaba, denemek, gayret, örnek, deneme, model, deneyin, ...
- δοκιμασία στα τούρκικα - muayene, test, deneme, çalışma, test et, deneme aboneliği
- δοκός στα τούρκικα - parlamak, kiriş, direk, ışın, ışını, demeti, far
- δολάριο στα τούρκικα - dolar, Dollar, doları, dolarlık, dolarlık bir
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμαστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: deneme, test, çalışma, test et, deneme aboneliği
Μεταφράσεις: deneme, test, çalışma, test et, deneme aboneliği