Δοκιμαστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: δοκιμαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
experimentální, pokus, zkušební, studie, soud, Zkušební verze
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκιμαστικός
δοκιμαστικός σωλήνας μπομπονιέρα, δοκιμαστικός συνώνυμα, λυσίασ δοκιμαστικόσ, δοκιμαστικός σωλήνας αγορά, δοκιμαστικός σκελετός, δοκιμαστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, δοκιμαστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- δοκιμάζω στα τσεχικά - ochutnat, zkouška, okusit, vzorek, soudit, zakusit, příklad, ...
- δοκιμασία στα τσεχικά - utrpení, vyzkoušení, líčení, soud, pokus, soužení, proces, ...
- δοκός στα τσεχικά - úsměv, svítit, kláda, nosník, svazek, břevno, zářit, ...
- δολάριο στα τσεχικά - dolar, dolaru, dolarových, dolarů, dollar
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμαστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: experimentální, pokus, zkušební, studie, soud, Zkušební verze
Μεταφράσεις: experimentální, pokus, zkušební, studie, soud, Zkušební verze