Επιτήδευση στα ουγγρικά
Μετάφραση: επιτήδευση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kifinomultság, kifinomult, kifinomultságát, kifinomultságot, a kifinomultság
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτήδευση
επιτήδευση συνώνυμο, επιτήδευση ορισμος, επιτήδευση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επιτήδευση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επιτήδειος στα ουγγρικά - ügyes, jobbkezes, szakképzett, fürge
- επιτήδευμα στα ουγγρικά - a, egy, olyan, az
- επιτήρηση στα ουγγρικά - felügyelet, felügyeleti, megfigyelési, megfigyelés, felügyelete
- επιτίθεμαι στα ουγγρικά - ostromlás, roham, ostor ki
Τυχαίες λέξεις
Επιτήδευση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kifinomultság, kifinomult, kifinomultságát, kifinomultságot, a kifinomultság
Μεταφράσεις: kifinomultság, kifinomult, kifinomultságát, kifinomultságot, a kifinomultság