Επιτήδευση στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επιτήδευση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
софистицираност, софистицираноста, софистикација, префинетост, софистицираност на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτήδευση
επιτήδευση συνώνυμο, επιτήδευση ορισμος, επιτήδευση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιτήδευση στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επιτήδειος στα σλαβομακεδονικά - пргав, вешти, вешта, вешт, со вешти
- επιτήδευμα στα σλαβομακεδονικά - трговија, трговско, трговска, трговијата, трговски
- επιτήρηση στα σλαβομακεδονικά - надзор, набљудување, надзорот, следење, надгледување
- επιτίθεμαι στα σλαβομακεδονικά - силувањето, камшик
Τυχαίες λέξεις
Επιτήδευση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: софистицираност, софистицираноста, софистикација, префинетост, софистицираност на
Μεταφράσεις: софистицираност, софистицираноста, софистикација, префинетост, софистицираност на