Επιχειρώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: επιχειρώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kísérlet, kísérletet, kísérlete, próbálkozás, a kísérlete
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχειρώ
επιχειρώ λεξικό, επιχειρώ συνώνυμο, επιχειρώ συνώνυμα, επιχειρώ ετυμολογία, οτε επιχειρώ, επιχειρώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επιχειρώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επιχειρηματικός στα ουγγρικά - vállalkozó szellemű, vállalkozó, vállalkozói, vállalkozási, a vállalkozó
- επιχειρηματολογώ στα ουγγρικά - Amellett érvelek, azt állítom, érvelek
- επιχορήγηση στα ουγγρικά - szubvenció, árengedmény, levonás, engedmény, ráhagyás, támogatás, támogatási, ...
- επιχορηγώ στα ουγγρικά - adományozás, támogat, támogatni, támogatására, támogatást, támogatják
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kísérlet, kísérletet, kísérlete, próbálkozás, a kísérlete
Μεταφράσεις: kísérlet, kísérletet, kísérlete, próbálkozás, a kísérlete