Επιχειρώ στα σουηδικά
Μετάφραση: επιχειρώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försök, försöket, försöka, försöker
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχειρώ
επιχειρώ λεξικό, επιχειρώ συνώνυμο, επιχειρώ συνώνυμα, επιχειρώ ετυμολογία, οτε επιχειρώ, επιχειρώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, επιχειρώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- επιχειρηματικός στα σουηδικά - företagsam, företag, företagsamma, företagande, driftig
- επιχειρηματολογώ στα σουηδικά - argumentera, diskutera, gräla, jag, I
- επιχορήγηση στα σουηδικά - bidrag, understöd, subvention, subventions, subventionen, bidraget
- επιχορηγώ στα σουηδικά - subventionera, subventionerar, att subventionera, subventioner
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: försök, försöket, försöka, försöker
Μεταφράσεις: försök, försöket, försöka, försöker