Επιχειρώ στα τούρκικα
Μετάφραση: επιχειρώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
girişim, girişimi, denemesi, girişimde, teşebbüs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχειρώ
επιχειρώ λεξικό, επιχειρώ συνώνυμο, επιχειρώ συνώνυμα, επιχειρώ ετυμολογία, οτε επιχειρώ, επιχειρώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιχειρώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιχειρηματικός στα τούρκικα - girişimci, müteşebbis, girişken, girişimcilik, girişimci bir
- επιχειρηματολογώ στα τούρκικα - Ben, I, ı, bir
- επιχορήγηση στα τούρκικα - sübvansiyon, sübvansiyonu, destekleme, yardımı, para yardımı
- επιχορηγώ στα τούρκικα - iane vermek, sübvansiyon sağlamak, sübvanse, sübvansiyon, para yardımı
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: girişim, girişimi, denemesi, girişimde, teşebbüs
Μεταφράσεις: girişim, girişimi, denemesi, girişimde, teşebbüs