Μέμφομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: μέμφομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szemrehányás, szemrehányást, gyalázatot, gyalázatomat, gyalázat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέμφομαι
μέμφομαι συνώνυμο, μέμφομαι τον αιώνα, μέμφομαι σημασία, μέμφομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μέμφομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μέλι στα ουγγρικά - méz, mézet, mézes, mézzel, a méz
- μέλος στα ουγγρικά - végtag, testrész, tag, tagja, tagjának, member, tagál-
- μέμψη στα ουγγρικά - Szemerkhet
- μέντα στα ουγγρικά - érme, menta, pénzverde, a menta, mentával, mentás
Τυχαίες λέξεις
Μέμφομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szemrehányás, szemrehányást, gyalázatot, gyalázatomat, gyalázat
Μεταφράσεις: szemrehányás, szemrehányást, gyalázatot, gyalázatomat, gyalázat